- αρχιθύτης
- ἀρχιθύτης, ο (AM)ο προϊστάμενος των θυτών, ανώτατος ιερωμένος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Minuscule 289 — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 289 Text Gospels Date 1625 Script Greek … Wikipedia
αρχι- — (AM ἀρχι ). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων (κυρίως διοικητικών όρων) της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, καθώς επίσης και ξένων, ελληνογενούς ή μη προελεύσεως, τύπων. Το αρχι , το οποίο λίγο μετά την Ομηρική εποχή άρχισε να αντικαθιστά το… … Dictionary of Greek